- ἀποστολή
- ἀπο-στολή, die Absendung; bes. der Flotte; Abreise; N. T. das Apostelamt
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
ἀποστολή — sending off fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποστολή — η 1. το να στέλνει κανείς κάτι: H πρώτη αποστολή τσιμέντων έφτασε στον προορισμό της. 2. αυτό που στέλνεται: Παραλάβαμε και τη δεύτερη αποστολή τηλεοράσεων. 3. έκτακτο έργο που ορισμένοι αναλαμβάνουν ή τους το αναθέτουν: Εμπορική αποστολή έφυγε… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αποστολή — η (ΑΜ ἀποστολή) [αποστέλλω] το να αποστέλλει κανείς κάτι νεοελλ. 1. σπουδαίο έργο προς εκτέλεση, σκοπός της ζωής, προορισμός 2. ομάδα προσώπων που στέλνονται κάπου για ορισμένο σκοπό, αντιπροσωπεία 3. χώρος ή κτήριο όπου είναι εγκατεστημένη η… … Dictionary of Greek
ἀποστολῇ — ἀποστολῆι , ἀποστολεύς one who dispatches masc dat sg (epic ionic) ἀποστολή sending off fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εξαγωγή — Αποστολή εμπορευμάτων ή πρώτων υλών έξω από τα τελωνειακά φυλάκια της παραγωγού χώρας. Η ε. συνδέεται συνήθως με μία πράξη αγοραπωλησίας και είναι προσωρινή, όταν τα εμπορεύματα στέλνονται στο εξωτερικό αποκλειστικά για βιομηχανική επεξεργασία… … Dictionary of Greek
ἀποστολαῖς — ἀποστολή sending off fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστολαῖσιν — ἀποστολή sending off fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστολαί — ἀποστολή sending off fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστολήν — ἀποστολή sending off fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστολῶν — ἀποστολή sending off fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αστροναυτική — Επιστήμη η οποία οφείλει την ανάπτυξή της στην προσπάθεια κατάκτησης του Διαστήματος. Η α. είναι το σύνολο των θεωρητικών ερευνών και των πρακτικών εφαρμογών σχετικά με την κίνηση οχημάτων στο Διάστημα, που ξεκινούν από τη Γη, προωθούνται με… … Dictionary of Greek